Τα CFDs (contract for difference) είναι εργαλεία που βασίζονται στα εκάστοτε χρηματιστηριακά προϊόντα (μετοχές, δείκτες, εμπορεύματα κ.α) και επιτρέπουν στον επενδυτή/ trader να αποκομίσει όλα τα οφέλη και να διαχειριστεί το ρίσκο από την διακράτηση του υποκειμένου τίτλου χωρίς ουσιαστικά να του/της ανήκει. Αντικατοπτρίζει την κίνηση του υποκείμενου τίτλου, είτε μετοχής είτε δείκτη ή νομισματικού ζεύγους και εμπορευμάτων, ενώ δεν έχει ημερομηνία λήξης. Καθώς χρησιμοποιείται με μόχλευση, είναι ένα δυνατό εργαλείο στα χέρια των ενημερωμένων επενδυτών/ traders αλλά μπορεί επίσης να προκαλέσει υπερβολικές απώλειες εάν χρησιμοποιηθεί χωρίς σύνεση και με υπέρμετρη μόχλευση (δανεισμό) ή εάν δεν ακολουθηθούν οι κατάλληλες πρακτικές διαχείρισης ρίσκου και τοποθέτησης stop loss
Ένα χρηματιστηριακό προϊόν του οποίου η τιμή εξαρτάται ή παράγεται από ένα ή περισσότερα υποκείμενα προϊόντα. Το παράγωγο προϊόν αυτό καθεαυτό είναι απλώς ένα συμφωνητικό μεταξύ δύο αντισυμβαλλόμενων μερών. Η τιμή του καθορίζεται απο τις διακυμάνσεις του υποκείμενου τίτλου. Οι πιο κοινοί υποκείμενοι τίτλοι είναι οι μετοχές, τα εμπορεύματα, τα νομίσματα, τα επιτόκια και οι χρηματιστηριακοί δείκτες. Τα περισσότερα παράγωγα προϊόντα χαρακτηρίζονται από υψηλή μόχλευση. Τα Συμβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης (ΣΜΕ), τα Forwards, τα δικαιώματα αγοράς/ πώλησης (options) καθώς και τα swaps είναι τα πιο συνήθη παράγωγα προϊόντα.
To cross currency είναι ενα οποιοδήποτε συναλλαγματικό ζεύγος στο οποίο κανένα απο τα δυο νομίσματα δεν είναι το Δολάριο Αμερικής (USD). Αυτά τα ζεύγη συχνά παρουσιάζουν ανεξήγητες διακυμάνσεις μιας και η συναλλαγή έχει να κάνει ουσιαστικά με δυο trades στο δολάριο. Για παράδειγμα, πραγματοποιώντας μια πράξη στο ζεύγος EUR/GBP είναι ισοδύναμο με το να αγοράσει κανείς το ζεύγος EUR/USD και να πουλήσει ταυτόχρονα το ζεύγος GBP/USD. Τα ζεύγη cross currency έχουν συνήθως μεγαλύτερα κόστη συναλλαγών αλλά είναι το ίδιο επιθυμητά αναφορικά στην δυνατότητα αποδόσεών τους
Η πρακτική υιοθέτησης μιας επενδυτικής στρατηγικής με σκοπό την προστασία έναντι απωλειών από μια άλλη, ονομάζεται αντιστάθμιση, για παράδειγμα πραγματοποιώντας ανοικτή πώληση για να εξουδετερώσουμε μια προηγούμενη αγορά, ή αγοράζοντας ένα υποκείμενο προϊόν για να αντισταθμίσουμε μια προηγούμενη ανοικτή πώληση. Παρά το γεγονός ότι οι πρακτικές αντιστάθμισης μειώνουν τις πιθανές ζημίες, τείνουν επίσης να περιορίζουν και τα δυνητικά κέρδη. Είναι όμως πάντα σοφό, και στην πραγματικότητα κοινή πρακτική όλων των έμπειρων επενδυτών/traders, μεγαλύτερων ή μικρότερων, να εφαρμόζεται η αντιστάθμιση σε κάθε ανοιχτή θέση, καθώς οδηγεί σε πιο αποτελεσματική διαχείριση ρίσκου το οποίο είναι το κλειδί για ένα επιτυχημένο trading. Και εδώ ακριβώς είναι ο σημαντικός ρόλος που διαδραματίζουν τα παράγωγα προϊόντα.
Η μόχλευση αποτελεί το λόγο του ποσοστού κεφαλαίου που χρησιμοποιείται σε μια συναλλαγή σε σχέση με το απαιτούμενο περιθώριο ασφάλισης (margin). Πρόκειται για τη δυνατότητα να ελέγχει κάποιος μεγάλα ποσά μιας μετοχής ή άλλου τίτλου μ’ ενα μόλις μικρό ποσό κατάθεσης. Η μόχλευση διαφέρει από μπρόκερ σε μπρόκερ και μπορεί να κυμαίνεται από 2:1 εώς 500:1. Αυτό επιτρέπει στον επενδυτή/ trader να μπορεί να συμμετέχει στις διακυμάνσεις των αγορών μεγιστοποιώντας τις αποδόσεις του αλλά και τις απώλειές του σε τυχόν λάθους χειρισμούς.
Όταν ανοίγετε έναν καινούριο λογαριασμό περιθωρίου ασφάλισης (margin account) μ' έναν μπρόκερ (χρηματιστηριακή), θα πρέπει να καταθέσετε ένα ελάχιστο ποσό. Αυτό το ελάχιστο διαφέρει από εταιρεία σε εταιρεία και μπορεί να είναι 100 δολάρια ή ακόμα και 100,000 δολάρια. Κάθε φορά που εκτελείτε μια συναλλαγή, ένα συγκεκριμένο ποσοστό του χρηματικού υπολοίπου του λογαριασμού περιθωρίου ασφάλισης θα παρακρατηθεί ως αρχικό περιθώριο ασφάλισης για τη νέα συναλλαγή βασισμένο στο υποκείμενο ζεύγος νομισμάτων, την τρέχουσα τιμή του και τον αριθμό μονάδων (lots για τα νομίσματα) που εκτελείτε. Το μέγεθος του lot αναφέρεται στο νόμισμα βάσης. Για παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι ανοίγετε ένα μικρό κωδικό με λογαριασμό ο οποίος προσφέρει μόχλευση 200:1, ήτοι 0.5% περιθώριο ασφάλισης. Οι μικροί λογαριασμοί χρησιμοποιούν και μικρές θέσεις για συναλλαγές (mini accounts). Ας υποθέσουμε ότι ένα mini lot (μια θέση δηλαδή μικρότερη του κανονικού συμβολαίου) είναι ίση προς 10,000 δολάρια. Εάν ανοίγατε, λοιπόν, μια τέτοια θέση 10,000 δολαρίων, αντί να χρειάζεται να καλύψετε το σύνολο αυτού του ποσού, θα χρειαστεί απλώς να καλύψετε μόνο 50 δολάρια (10,000 δολάρια x 0.5% = 50 δολάρια). Οι συναλλαγές με βάση το περιθώριο ασφάλισης βρίσκουν εφαρμογές και σε πολλά άλλα προϊόντα όπως οι μετοχές, τα εμπορεύματα και οι δείκτες, δίνοντάς σας με αυτόν τον τρόπο μια εύκολη πρόσβαση στις παγκόσμιες χρηματαγορές.
Το Slippage συμβαίνει όταν δεν εκτελείται η αναμενόμενη τιμή (ή ακόμη και μακριά από αυτήν) όταν ανοίγετε μια καινούρια θέση ή όταν τοποθετείτε μια εντολή stop loss. Αυτό μπορεί να συμβεί για δυο λόγους: η αγορά απλώς κινείται πολύ γρήγορα ή έχει μικρή ρευστότητα ή εκτελείτε συναλλαγές μέσω ενός μπρόκερ (χρηματιστηριακής) ο οποίος δεν έχει τα σωστά κίνητρα. Τις περισσότερες φορές αυτή θα είναι και η ειδοποιός διαφορά μεταξύ των market maker αντί για έναν STP/DMA μπρόκερ όπου οι εντολές σας εκτελούνται απευθείας στην αγορά.
Τα δικαιώματα προαίρεσης (options) και οι συνδυασμοί τους, όπως τα puts και calls, βοηθάνε στην αντιστάθμιση χαρτοφυλακίου αλλά και στην κερδοσκοπία, ακόμη και στο να επιδιορθώνουν μια χαμένη συναλλαγή και να την μετατρέπουν σε κερδοφόρα. Υπάρχουν πολλές συνδυαστικές θέσεις τις οποίες ο επενδυτής/trader μπορεί να χρησιμοποιήσει έτσι ώστε να αποκτήσει έκθεση στην αγορά. Μερικές απο αυτές τις στρατηγικές αποτελούν τα options που πωλούνται για αντιστάθμιση χαρτοφυλακίου ή ακόμη και σε μορφή προστατευμένων ανοικτών πωλήσεων αλλά και για εκμετάλλευση της μεταβλητότητας. Η τιμολόγησή τους βασίζεται σε διάφορες μεταβλητές το οποίο τα καθιστά ελκυστικά σε όλους τους συμμετέχοντες. Πρόκειται βασικά για ένα συμφωνητικό μεταξύ δυο αντισυμβαλλόμενων μερών στο οποίο συμφωνείται η ανταλλαγή ενός υποκειμένου (μπορεί να είναι μετοχή, δείκτης ή εμπόρευμα μεταξύ άλλων) σε μια συγκεκριμένη τιμή και κατά τη διάρκεια ενός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος - παρ' όλα αυτά το 98% όλων των θέσεων εκκαθαρίζεται σε μετρητά, ανάλογα με το P&L και δεν υπάρχει φυσική παράδοση. Τα δικαιώματα προαίρεσης παρέχουν τεράστια ευελιξία συγκριτικά με άλλα εργαλεία/προϊόντα μιας και μπορούν να σας βοηθήσουν να ανοίξετε θέσεις οι οποίες δεν είναι απλώς προς τη μια κατεύθυνση ή την άλλη. Με άλλα λόγια, μπορούν οι θέσεις να έχουν στόχο την άνοδο ή την πτώση ενός υποκειμένου, αλλά μπορούν επίσης να εκμεταλλεύονται την μείωση της μεταβλητότητας ή πλάγιων κινήσεων και αργών αγορών ή ακόμα και να παράγουν εισόδημα.